υγιεινοδιαιτητικός

υγιεινοδιαιτητικός
-ή, -ό, Ν
1. ιατρ. (για θεραπευτικά μέτρα) αυτός που συνδυάζει την εφαρμογή παραγγελμάτων τής υγιεινής με την εφαρμογή οδηγιών για την τήρηση ορισμένου διαιτολογίου
2. το θηλ. ως ουσ. η υγιεινοδιαιτητική
ιατρ. κλάδος τής διαιτητικής ο οποίος έχει ως αντικείμενο την επιλογή τών κατάλληλων κατά περίπτωση τροφών έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η υγεία τού ατόμου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υγιεινός + διαιτητικός. Η λ., στον τ. θηλ. ὑγιεινοδιαιτική, μαρτυρείται από το 1899 στην εφημερίδα Ακρόπολις].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”